Ο σημερινός άθεος σαν ένας σύγχρονος Πρόδικος στα χέρια του
μονοθεϊστή θεολόγου σίγουρα θα καταλήξει ως
βέλος στην φαρέτρα του , αλλά ο τότε Προδικος της αρχαίας Αθήνας
στοχάσθηκε μιαν ιδέα και προσπάθησε να «ελευθερώσει» την σκέψη του πολίτη από
τις θρησκευτικές προκαταλήψεις κρατώντας τον πήχη της ηθικής του ψιλά . Oι
σημερινές κατίνες και οι αναξιοπαθούντες απολογητές βέβαια μην μπορώντας να
υπερβούν την υπερήφανη θεϊκή τους φύση , τον θεωρούν εχθρό του ανθρώπου και
εμπόδιο στην συμφιλίωση ανθρώπου κι θείου , λέγοντας τα γνωστά περί πανουργίας
, ηδονών κ.α.
O σύγχρονος «άθεος» , ο κατασταλαγμένος «γνήσιος άθεος» που
αμφισβητεί την ύπαρξη θεών ως βάση κάποιας ανώτερης αλήθειας , είναι άθρησκος , αυτό και μόνο . Μη θέλοντας να αποδεχθεί οποιαδήποτε θεϊκή ανάμιξη και
διδασκαλία στο βίο του , επικεντρώνει όλα τα βέλη , είναι ουσιαστικά σήμερα το κόκκινο
πανί για τις περισσότερες θρησκείες , μιας και είναι η τρανταχτή απόδειξη της
ανυπαρξίας του γονίδιου της θρησκευτικότητας , απαραίτητο για να εισέλθει το
δήθεν θεϊκό πνεύμα και να παραμερίσει το λογικό και την επιστήμη , ουσιαστικά
αυτός αρνείται να παραδώσει την ηθική του στα χέρια θεανθρώπου . Επομένως η
προτεινόμενη συνεισφορά του θεανθρώπου ως μεσολαβητή , δια μέσο τύπων και
υπογραμμίσεων , με σκοπό την λύτρωση της ψυχής και του σώματος , καταργεί την
ηθική και πολιτική του ελευθερία και είναι αδύνατο να το αποδεκτή . Για να
αποφύγει τον πνευματικό θάνατο και την χειραφέτηση του ηθικού του νόμου ,
προτιμά το ασυμβίβαστο και την σύγκρουση με το θρησκευτικό κατεστημένο , για
αυτό όλοι οι σημερινοί άγγελοι του «φωτός» , τις όποιας θρησκείας , τους πρώτους
που θέλουν να βγάλουν από την «μέση» είναι τους σύγχρονους άθεους .
Την μεσότητα του θείου τότε πως μπορούμε να την κατανοήσουμε
, χωρίς να θεωρηθούμε άθεοι / άθρησκοι ή οτιδήποτε άλλο από τους υπέρμετρους
σωματοφύλακες των θείων ?
Ο νους του Αναξαγόρα
βρίσκεται πάντα μπροστά μας να μας υπενθυμίζει τον φυσικό ρόλο των θεών στο
κόσμο και ο Αριστοτέλης με το κινούν του απέδειξε εν μέρη την φυσικότητα τους .
Κατά την αρχαιότητα η φράση «ειωθότα και νομιζόμενα» όπως και το «Θεούς
νομίζειν» σωστά θεωρούμε ότι περιέχει το Φυσικό των Θεών , αλλά όμως μπορεί και
να ερμηνευθεί και αλλιώς , ως «ξερή πίστη» στα «θεία» ή ως τήρηση των
υποχρεώσεων απέναντι τους , και καθώς απέναντι στο κοινωνικό σύνολο , το
«νομιζειν» ναι μεν δεν είναι ομολογία πίστεως αλλά ουσιαστικά το
χρησιμοποιούσαν για να αποστασιοποιήσουν την θέση τους από την κατηγορία του
άθεου σαν αρνησίθεου ή ασεβή ή κακόπιστου , μισόθεου κ.α. Όροι που ταυτίζονται
ουσιαστικά με την οργή και το θυμό του συνόλου έναντι του ταραχοποιού στοιχείου
. Η άποψη των σοφιστών με τον καιρό έθεσε την ακριβοδίκαιη εξισορρόπηση μεταξύ
του πιστού και του άλιτρου .
Σχεδόν όλοι , οι χριστιανοί και μη , έχουν την ίδια ακριβώς
τοποθέτηση στην αντίληψη του θείου (ως προς το ειωθότα και νομιζόμενα) , ναι
μεν είναι αντιγραφή ή και αποσπασματική η τοποθέτηση τους , αλλά δηλώνει την
φυσική εσωτερική διάσταση του θείου μέσα στον άνθρωπο , χρήσιμος κρίκος για να
δηλωθεί αργότερα η αποκεκαλυμμένη θεολογική «αλήθεια» , «μεσότητα όταν ειπώ ,
την αλήθειν λέγω , προς ην βλέπειν καλώς έχομεν μόνην» , πλατφόρμα για όλους
μας τα όρια που έβαλε η φύση για την κατανόηση των πνευματικών και σωματικών
αρετών .
Στην προσπάθεια κατανόησης του Θείου υπάρχει το δίλημμα ,
πίστη ή λογική / νοητό ή ακατανόητο . Ο καθένας μας έχει διαφορετική αντίληψη και
θέτει το βαθμό προσέγγισης του ανάλογα , οι θεούσες ελίσσονται σαν τα φίδια επί
του θέματος βέβαια , είναι ακατάληπτος του θεού ο νους κτλ. διατάζουν και
προειδοποιούν ότι θα αποξενωθούν οι πιστοί μέσα σε «άγνωστες» δυνάμεις , ότι η
άγνοια είναι γνώση , ότι ο νους του θεού είναι ανώτερος της φυσικής τάξεως ,
άλλοι δε , προσπαθούν μέσο της λογικής να αποδείξουν το παράλογο .
Μπορεί τα «θεία» μας λοιπόν να είναι ακατανόητα και παράλογα
?
Δεν γίνεται η φύση / σύμπαν να θεωρηθεί από εμάς άγνωστο ή
ακατάληπτο , δεν έχει να κρύψει κάτι και ούτε μας εμποδίζει να το προσεγγίσουμε
, το μόνο που δεν ξέρουμε είναι την μελλοντική βούληση του .
Το Θείο μας ζητά την ευσέβεια , την ευλάβεια , την
θέμις και την ευφημία προς το πρόσωπο του . Η Νόηση δεν θέλει ταπεινούς ή άγαμους που
κρίνουν τον έρωτα σαν πάθος ψυχής διαβεβλημένο , την σωματική παρθενία ως κάλος
και την «πίστη» ως σωτηρία , δεν ζητά αποδείξεις στο όνομα του για να κρίνει τα
αγαθά έργα όπως και δεν μοιράζει μεταθανάτιες ελπίδες και καρπούς ως αμοιβή για
αυτά.
Η χριστιανική τύπου και προσανατολισμού αθεΐα παίρνει μια
διαφορετική τροπή όταν εξηγείται από «άθεο» χριστιανό , συνήθως ενώ προσπαθεί
να αυτονομηθεί , έχει υποψίες καταδίωξης και προσπαθεί να βρει την αιτία και το
λόγο της εκδικητικής συμπεριφοράς του θεού του , μετά από λίγο έρχεται ο
διάβολος για του υπενθυμίσει να γυρίσει πίσω . Ανεξάρτητα από αυτό , βλέπει την
δυσκολία να αθετήσει τον λόγο που έδωσε στον πλάστη του , δεδομένης της
ταπεινοφροσύνης και μικροψυχίας που είναι το μόνο και κύριο εμπόδιο στο δρόμο
της κατανόησης της κοινωνίας των θεών . Μην μπορώντας να σταθεί με παρρησία
απέναντι στην καθημερινότητα και στις αναποδιές , αντιπαραθέτει τον εγώ του σαν
θεό απέναντι στο θεό του και όσο αντέξει .
Οι ψαγμένοι τέλος χριστιανό-αθεϊστές διαθέτουν ένα έμφυτο
χάρισμα από την θρησκεία τους , αυτό της κυριαρχίας πάνω στην φύση και την
κοινωνία ,μεταλλάσσονται σε επόπτες και σε άρχοντες της ροής του κόσμου , οι
Ερινύες και η Νέμεσης δεν ξεχνούν ποτέ και να που άξαφνα βρίσκεται αντιμέτωπος
με την «φυσική επιλογή» , σοκάρεται και ανακαλύπτει την υπέρβαση του θεανθρώπου
, σιχαίνεται την ίδια του την φύση λόγο της εκδικητικής της συμπεριφοράς ,
εξεράνθη ο χόρτος και το άνθος έπεσε …
Η σύγχρονη κοινωνία προσπαθεί με βάση τον ηθικό και φιλοσοφικό
λόγο που ουσιαστικά αυτός συγκροτεί και διαμορφώνει την λεγόμενες πράξεις ήθους
του εκκλησιαστικού κόσμου , να οδηγηθεί στην μέγιστη ηθική έκφραση παρασυρόμενη
από τις θεολογικές ουτοπίες . Αγνοώντας ο πολίτης ουσιαστικά ότι οι
πράξεις του διαμορφώνουν την κοινωνική ανάπτυξη , εγκλωβίζεται στην προσπάθεια
προσέγγισης του θείου που παράδοξος προσπαθεί να εναντιώνεται και
αποσταθεροποιεί την ατομική συμβολή του ατόμου θεωρώντας από αυτό (το θείο)
παρέχετε όλη η ενέργεια που κινεί τα πάντα ηθικά και οντολογικά . Η ταυτότητα
του παίρνει το εύκολο και αυθαίρετο μονοπάτι , αρνούμενοι να διαφοροποιήσουν
την αγαθότητα , την ηθική , την δύναμη , τον ηθικό λόγο συστήνουν τον μοναδικό
θεό ως υπερτέλειο και μοναδικό κάτοχο αυτών , «Θεόν ουδείς εώρακε πόποτε»
ενδεικτικό του θεολογικού λόγου που αφαιρεί το δικαίωμα του ανθρώπου να
κατανοήσει τη δική του φύση αλλά και του «θείου».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου