Δευτέρα 21 Ιουλίου 2014

Published 6:25 μ.μ. by with 0 comment

Σοφιστές . Η κρίση της θρησκείας τότε και τώρα .



Ο όρος σοφιστής καθιερώθηκε κατά το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα . Στην αρχή καθιερώθηκε έχοντας μειωτική σημασία , θεωρούσαν σοφιστές τους αργίτες που προσπαθούσαν να εξαπατήσουν τον κόσμο . 

Ουσιαστικά όμως έγινε το πρώτο βήμα απαλλαγής και αποσύνθεσης της ηθικής και της θρησκείας από την πολιτεία . Ο κύριος σκοπός των κινήσεων της σοφιστικής ήταν μέσω των αξιών της παραδοσιακής ηθικής και των κατορθωμάτων της εποχής να πραγματοποιήσουν την μέγιστη διάκριση  , αρετή και αριστεία . Οι σοφιστές συνήθως περιπλανώμενοι άνθρωποι , πρόσθεταν τις υπηρεσίες τους έναντι αδράς αμοιβής , με βάση τον κριτικό λόγο προσπαθούσαν να διδάξουν την αρετή και να απελευθερώσουν το άτομο από τις αντιλήψεις της οικογένειας και της πόλεως του .

Το όλο σκεπτικό μπορούμε να το κατανοήσουμε με τον Πρωταγόρα που έλεγε «Σε κάθε λόγο αντιτίθεται ένας άλλος λόγος» . Το 444 θεωρώντας η πόλη των Θουρίων την ηθική του υπεράνω πάση υποψίας  , του ανέθεσαν να σύνταξη τους νόμους τους . «Τον ήττω λόγον κρείττω ποιείν» θέλοντας να μάθη το άτομο να αναγνωρίζει της δυνάμεις του , δίδασκε ότι το κάθε αποτέλεσμα πνευματικής ή δικαστικής διαμάχης δεν μπορούσε ποτέ να είναι αμετακίνητο και βέβαιο . 

Με βάση το σκεπτικό αυτό , κάθε τι που προέρχονταν από ‘παλιούς΄ σοφούς και προγόνους μπορούσε να αμφισβητηθεί , αυτός ο μίνι διαφωτισμός που συντελέσθηκε , δημιούργησε εχθρικές αντιδράσεις και συκοφαντίες από το τότε κατεστημένο , η φράση του «ήττω λόγον» παραποιήθηκε μέχρι και από τον Αριστοφάνη , λέγοντας ότι θα προσπαθούσε να μεταβάλει το άδικο σε δίκαιο .

Ο νόμος και η σύνθετη εννοιολογική σημασία του για εκείνη την εποχή (νομοθετήματα – έθιμα) , ήταν ο κεντρικός άξονας του σοφιστικού ρεύματος . Η νομοθέτηση και αργότερα η αυθαίρετη τροποποίηση των νόμων από τους πολίτες και καθώς η παράδοση ως ένα σύνολο παρόμοιων κανονισμών ερέθισαν την σκέψη . Επίσης με την διεύρυνση των γνώσεων και το μεγάλο ενδιαφέρον για άλλους λαούς (π.χ. με τον Ηρόδοτο) γνώρισαν τελείως διαφορετικά έθιμα που κλόνισαν την αντίληψη τους για τα δικά τους έθιμα . Η ένια του «γίγνεσθαι» της φύσεως με την φυσική φιλοσοφία επίσης αμφισβήτησε επικίνδυνα τους νόμους-έθιμα .

Περί φύσης ο πρώτος που διατύπωσε αυτή την ιδέα ήταν ο Αρχέλαος μαθητής του Αναξαγόρα , «Το δίκαιο και το άδικο , το άσχημο και το όμορφο δεν υπάρχουν εκ φύσεως , αλλά καθορίζονται μόνο βάσει του νόμου , της αυθαιρέτως μεταβαλλόμενης ανθρώπινης συμβάσεως» 

Ο Πίνδαρος είχε δώσει το έναυσμα λέγοντας «βάση νόμου πιστεύουμε σε θεούς και ζούμε έχοντας διαχωρίσει το άδικο από το δίκαιο» . Η θρησκεία ένιωθε να κλονίζεται , οι νόμοι που ήταν τα θεμέλια της θρησκείας θεωρητικώς αμφισβητούνται , παράλληλα όμως υπήρχε και η γνώση ότι οι θεοί δεν είχαν αναμφισβήτητα την ανάγκη των ανθρώπων .

Ο Πρωταγόρας με την περιβόητη φράση του «Για τους θεούς δεν μπορώ να γνωρίζω ούτε ότι υπάρχουν ούτε ότι δεν υπάρχουν , ούτε πια μορφή έχουν γιατί υπάρχουν πολλά που εμποδίζουν την γνώση , και η ασάφεια του θέματος και η βραχύτητα της ανθρώπινης ζωής» ,  παρόλο που ήταν προσεκτικά διατυπωμένη , σύρθηκε στα δικαστήρια , όπου αργότερα δραπέτευσε και πνίγηκε , τα βιβλία του κάηκαν δημοσίως στην Αθήνα , τα μέτρα αυτά αντιμετώπισης πρέπει να έγιναν αρκετές δεκαετίες μετά όπως και με τον Αναξαγόρα , δυστυχώς δεν μπορούμε να διασταυρώσουμε αυτά τα γεγονότα γιατί υπάρχουν αντίθετες μαρτυρίες για την δίκη που έγραψε ο Διογένης Λαέρτιος  με αυτά που γράφει ο Πλάτων στο Μένων . 

Ο σοφιστής εφάρμοσε την διχοτόμηση στην θεολογία που έκανε η Ελεατική Σχολή ανάμεσα στο «είναι» και στο «μη είναι» , η απάντηση σε αυτό ήταν «η πραγματικότητα των θεών δεν είναι δεδομένη , είναι ασαφής και άδηλος , έτσι δεν μπορεί να γίνει ποτέ αντικείμενο γνώσεως» . Η αλήθεια για τον Πρωταγόρα βρισκόταν στο ότι για τον καθένα ισχύει αυτό που πιστεύει , αλλά μόνο για αυτόν, «Παντών χρημάτων μέτρον εστίν άνθρωπος των μεν όντων ως εστι των δε ουκ όντων ως ουκ εστιν» . Θεωρώντας δεδομένα αυτά που μπορούν να ερμηνευθούν , δεν πίστευε στην θεϊκή τους ιδιότητα θεωρώντας τον Θεό ισχυρότερο και απόλυτο από όποια ασάφεια παρέμενε αδιαπέραστη .

Ο Ηρόδοτος επίσης συμφωνεί με τον Πρωταγόρα λέγοντας «όλοι οι άνθρωποι έχουν την ίδια γνώση για τους θεούς» και προτιμά «την μορφή που είχαν» καθορισμένη από τον Όμηρο και τον Ησίοδο . Όντως απολύτως βέβαιος ότι οι θεοί δεν έχουν ανθρώπινη μορφή προτιμούσε να μην συζητά για την Αιγυπτιακή Θεολογία . 
(Άθελα του ο Ηρόδοτος έγινε ο πατέρας της σύγχρονης συγκριτικής θεολογίας) 

Μετά το 430 υπήρξαν αρκετές σκέψεις στον ερώτημα γιατί οι άνθρωποι έφτασαν στην σκέψη ότι υπάρχου θεοί . Ο Πρόδικος με αφετηρία την γλώσσα προσπαθεί να κατανοήσει τα όντα βάση τον ονομάτων τους , έθεσε το εξής ερώτημα : πως έφτασαν οι άνθρωποι στο σημείο να χρησιμοποιούν τα ονόματα των θεών . Με μια θεωρητική παρουσίαση προσπάθησε να αποδώσει την ύπαρξη των θεών βάση αυτών που θεωρούσαν οι άνθρωποι χρήσιμα , όπως τον ήλιο , την σελήνη , τα νερά , την φωτιά κ.α. και κατόπιν βάση των ανθρώπων που περιφέρονταν , δίδασκαν και μετέδιδαν , πολιτισμό , την καλλιέργεια της γης κ.α. Προφανώς επηρεάστηκε από τους μύθους περί επισκέψεων των θεών στην γη , τους περιόρισε όμως αρκετά σε απλές αμυδρές ιστορικές αναμνήσεις , ανάλογα με την χρησιμότητα και την πρόοδο . Παρόλα αυτά η αντίθεση του με την θρησκεία ήταν τεράστια μιας και οι αποδεκτοί θεοί δεν ήταν υπαρκτοί σαν πρόσωπα και ούτε ήταν αντικείμενα γνώσεως .

Ο Δημόκριτος επίσης αναπτύσσει ένα σκεπτικό με βάση την φυσική και συνδέει την θρησκεία με την ιστορία της ανθρωπότητας . Παρατήρησε ότι οι άνθρωποι βλέποντας τα ουράνια φαινόμενα , κεραυνούς και αστραπές , ήλιος και σελήνη , φοβήθηκαν και τα απέδωσαν σε ανώτερες δυνάμεις , βλέποντας επίσης την εναλλαγή των εποχών με βάση τον ουρανό εκτίμησαν την δύναμη που τις καθόριζε , «Μερικοί από τους ανθρώπους , οι οποίοι γνώριζαν να πουν κάτι , άπλωσαν τα χέρια τους προς τα εκεί , που εμείς οι Έλληνες ονομάζουμε ‘αέρα’ , κι έτσι έδωσαν στο σύνολο το όνομα ‘Ζευς’ και είπαν : αυτός γνωρίζει τα πάντα , δίνει και παίρνει , είναι ο βασιλιάς των πάντων» .
Με βάση την φυσική φιλοσοφία και την κοσμική τάξη , στην θρησκεία παραμένει μόνο μια συναισθηματική αξία , τα πάντα καθορίζονται από την ανάγκη μας να ξέρουμε για το κάθε τι , τι ήταν , τι είναι και τι θα είναι . 
Προσπαθώντας επίσης να εξηγήσει τις θρησκευτικές εμπειρίες , όπως τα θαύματα , τα όνειρα και τα οράματα στα οποία σύμφωνα με τις περιγραφές των ποιητών μέχρι και οι θεοί μπορούν να εμφανιστούν . Έγραφε : Αυτές οι εμφανίσεις δεν είναι κάτι το ανύπαρκτο , ούτε όμως και προάγγελοι μιας ανώτερης πραγματικότητας , αλλά είδωλα , απατηλά φαινόμενα , τυχαίοι σχηματισμοί ατόμων , που αποχωρίσθηκαν από πραγματικές μορφές και ίσως έχουν αλλάξει σχήμα , έχουν την δύναμη να φοβίζουν , να βλάπτουν και να ωφελούν , όπως καθετί άλλο , που συναντά κάποιον άνθρωπο . Αλλά δεν περιέχουν τίποτα , το οποίο να υπερβαίνει το επίπεδο της γενικής διδασκαλίας περί όντων και της φύσεως , η εμφάνιση τους είναι χωρίς σημασία . 

Στον Ευριπίδη αποδίδετε επίσης άλλη μια θεωρία . Οι άνθρωποι στο ξεκίνημα τους δεν είχαν κανόνες και ζούσαν σαν τα ζώα , αργότερα θεσπίστηκαν οι νόμοι για την εξασφάλιση της τάξης , πολλές φορές όμως δεν εντόπιζαν τον εγκληματία , τότε ένας σοφός νομοθέτης επινόησε τον θεό και τον φόβο του θεού , έπεισε τους ανθρώπους ότι υπάρχει μια δύναμη που βλέπει ακούει τα πάντα μια δύναμη αθάνατη , ως τόπο κατοικίας αυτής της θεότητας έδωσε το χώρο του ουρανού που προκαλούσε πάντα στους ανθρώπους φόβο .

Ο Κριτίας , ο Πρόδικος και ο Πρωταγόρας ανακάλυψαν τον θεωρητικό αθεϊσμό , ωστόσο από πιο παλιά υπήρχε ο δισταγμός , με βάση τον Όμηρο που βάζει τον Οδυσσέα να λέει «πράγματι υπάρχετε θεοί στον μεγάλο Όλυμπο , αν στα αλήθεια οι μνηστήρες πλήρωσαν την απρεπή αυθάδεια τους» , οι σκέψεις των ανθρώπων τότε δεν απέχει πολλή από σήμερα , ο Αισχύλος στους Πέρσες γράφει ότι οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν να μην υπάρχουν θεοί , ο Πλάτων γράφει ότι η πλειοψηφία υποστηρίζει τον πρακτικό αθεϊσμό κάτι που μας χαρακτηρίζει και τώρα κατά 100% . Ο χλευασμός και η απόρριψη από το μεγαλύτερο ποσοστό της τωρινής θρησκείας στηρίζεται στις ίδιες βάσεις και αρχές με τότε  , με την μόνη διαφορά ότι τότε ανακάλυπταν την δύναμη του ανθρώπου και της φύσης ενώ τώρα τον οδηγεί η στυγνή προσκόλληση της θρήσκειας για αιώνες σε δογματικές αρχάς και αξίες που έχουν αποβληθεί από το σώμα της επιστημονικής κοινότητας αυτού του κόσμου .

Σε μια μελέτη ενός γιατρού τότε που προσπαθούσε να ερμηνεύσει τις ψυχικές διαταραχές των νεαρών κοριτσιών διαβάσουμε : «οι γυναίκες αφιερώνουν στην Άρτεμη ότι μπορούν , ακόμη και πολυτελή ενδύματα , παρακινημένες από τους μάντεις , έτσι αφήνονται να εξαπατώνται» . Εάν αλλάξουμε τις λέξη μάντης και το όνομα Άρτεμις , θα βρεθούμε στο σήμερα κοιτάζοντας το πολιτισμό μας να έχει παραμείνει στα ίδια πρότυπα . 

Ο παππούς ο Αριστοφάνης στο έργο του Θεσμοφοριάζουσαι βάζει έναν κατασκευαστή στεφάνων να παραπονιέται ότι ο Ευριπίδης του κατάστρεψε το επάγγελμα γιατί έπεισε τον κόσμο ότι δεν υπάρχουν θεοί . Κάτι ξέρει λοιπόν ο παππούς , ο χλευασμός τον εμπόρων της πίστης προήλθε από τους Έλληνες . 

Στις Νεφέλες παρουσιάζει ένα κατάστημα φιλοσόφου βασισμένο στις θεωρίες του Απολλωνιάτου , του Πρωταγόρα και του Διογένους , που καταφέρνει να κάνει το άδικο δίκαιο και να παρουσιάζει τους θεούς σαν ένα υποτιμημένο νόμισμα , πίσω από την βροχή και την αστραπή δεν είναι ο Ζευς αλλά μια δύναμη που κυριαρχεί στα πάντα ο στρόβιλος ο δίνος «ο δίνος είναι βασιλιάς ,αυτός εκθρόνισε τον Δία» , στο τέλος της κωμωδίας επιστρέφουν πίσω στους θεούς και οι άθεοι καίγονται στα σπίτια τους , δεν μοιάζει ουσιαστικά με κωμωδία αλλά μας αντικατοπτρίζει την αδυναμία του κόσμου να κατανοήσει τον κάθε νεωτερισμό  .Επίσης και σε ένα απόσπασμα από χαμένο δράμα του Ευριπίδους διαπιστώνουμε την τραγικότητα του θέματος , ο Βελλεροφόντης βλέπει ότι οι κακοί ευτυχούν και ότι οι ευσεβείς μένουν αβοήθητοι , θέλοντας να βεβαιωθεί για την ύπαρξη των θεών , ανεβαίνει με τον Πήγασο στον ουρανό , αλλά αντί για γνώση γνωρίζει την παράνοια και την πτώση .

Η αθεΐα του ποιητή Διαγόρα ο Μήλειου προέρχεται μόνο από ανέκδοτα για το πρόσωπο του , συγκεκριμένα : Βλέποντας τα δώρα προς τους θεούς στην Σαμοθράκη που τα πρόσφεραν για την σωτηρία τους από την θάλασσα , έλεγε ότι αυτά θα ήταν περισσότερα αν όλοι αυτοί που είχαν πνιγεί , είχαν την δυνατότητα να προσφέρουν και αυτοί το δώρο τους . 
Τα συμπεράσματα και την σύγκριση με την σημερινή εποχή μπορεί να την κάνει ο καθένας μόνος του. 

Στην δίκη του Διαγόρα , ο οποίος κατηγορήθηκε για βεβήλωση των μυστηρίων τα κίνητρα ήταν καθαρά πολιτικά , ο μάντης Διοπείθης κατάφερε να εγκρίνει δημοψήφισμα όπου ο κάθε πολίτης είχε «υποχρέωση να καταγγέλλει όποιους δεν πιστεύουν στα θεία ή διδάσκουν θεωρίες περί των ουράνιων πραγμάτων» 
Οπότε κάλο θα είναι για το καθένα που προτρέχει να πει περί απόρριψης της θρησκείας να λάβει υπόψη του πρώτα ότι κάθε νέα ιδέα ή κριτική σε θέματα θρησκείας και πολιτικής συχνά προσκρούει πάνω στο κατεστημένο που δημιουργείται . Εάν δεν πείθεται σχετικά να του θυμίσω τις διαδηλώσεις και τα έκτροπα των σκληροπυρηνικών ορθοδόξων και μη .

Η δίωξη επίσης του Αναξαγόρα για την θεωρία του περί τον ουράνιων σωμάτων , είχε σκοπό να θίξει τον Περικλή . Ο Ίωνας φιλόσοφος ζούσε επί 30 χρόνια στην Αθήνα και είχε στενές σχέσεις με τον Περικλή και την γυναίκα του Ασπασία που βαστούσε από την Μιλητό , επίσης με τον Ευριπίδη και άλλα γνωστά πρόσωπα της εποχής . Ξέροντας να κινείτε ελεύθερος και πέρα από κάθε μυστικισμό ακολούθησε την ορθολογική τροχιά των Ιώνων φυσικών .  Ήταν ο πρώτος που έφερε την ιωνική φιλοσοφία στην Αθήνα και έδρασε σαν καθαρά θεωρητικός στοχαστής που θεωρούσε υποχρέωση και σκοπό ζωής την έρευνα και την μετάδοση της επίδρασής της φυσικής στον κόσμο .
Θύμα και αυτός του δημοψηφίσματος του Διοπείθη εγκατέλειψε την Αθήνα , όπου και εγκαταστάθηκε στην Λάμψακο , πέθανε περιτριγυρισμένος από τιμές μετά από μερικά χρόνια . Ο Νους του Αναξαγόρα προσπαθούσε να εξήγηση συμβολικά τους λαϊκούς θεούς , την Αθηνά με την δεξιοτεχνία , τον Δία με τον Νου .
Η γέννηση και η φθορά είχαν αυστηρή έννοια , κάθε ποιοτική μεταβολή ενός όντος είναι αδιανόητη , κάθε γέννηση έχει τον λόγο της στην ένωση , κάθε φθορά στον χωρισμό στοιχειών που προϋπάρχουν, κάθε μεταβολή ιδιότητας στην αλλαγή στοιχειακής σύνθεσης. Η μάζα του αθηναϊκού λαού ξαφνικά βρέθηκε αντιμέτωπη με τον πνεύμα του ιωνικού διαφωτισμού , όπως αιώνες αργότερα ο ίδιος τόπος ανακάλυψε ξανά τις ίδιες αξίες.

Η κατηγορία του Σωκράτη το 399 λέει «ο Σωκράτης αδικεί , επειδή δεν πιστεύει στους θεούς της πόλεως , αλλά εισαγάγει καινά δαιμόνια» . Ο Πλάτων και ο Ξενοφών μας μαρτυρούν ότι ο Σωκράτης ήταν ευσεβής άνθρωπος που πρόσφερε θυσίες και χαιρετούσε τον ανατέλλοντα ήλιο με προσευχή .  Όταν ο Ξενοφών συμβουλεύτηκε το μαντείο των Δελφών , ο λόγος του Απόλλωνα μέσο της ‘δαιμονικής’ Πυθίας αποκάλεσε των Σωκράτη ως «σοφότατο» , ενισχυμένος από το χρησμό και την ‘εσωτερική ‘ φωνή του έθεσε ως σκοπό του να ξυπνήσει τους συμπολίτες του από την διανοητική νάρκη . Στην ερώτηση του , τι είναι αγαθό , επιχείρησε να μπει στην ουσία και ζητά πραγματογνωμοσύνη για το κάθε τι . Μην έχοντας διατυπωμένα δόγματα ζητούσε πίσω από τα ήθη ηθικότητα , πίσω από το δίκαιο δικαιοσύνη , πίσω από την πολιτεία σταθερές αρχές και πίσω από τους θεούς την θεότητα , όλα αυτά ήταν πρακτικά προβλήματα και όχι θεωρητικά και συγκεφαλαιώνονταν στο πως να μάθει να ζει κανείς σωστά . 

Οι υποστηρικτές της χριστιανικής φύσης του Σωκράτη συνήθως επικεντρώνονται στο «ευ και κακώς πράττειν» που σημαίνει , «ενεργώ καλά ή κακά» και επίσης «είμαι καλά ή άσχημα» . Η κατανόηση της ουσίας του καλού – αγαθού και κακού για τον Σωκράτη ήταν βασική για την θεραπεία της ψυχής και την ευδαιμονία του ατόμου , η έννοια όμως του καλού και του κακού στην αρχαία Ελλάδα ήταν διαφορετική , το καλό ήταν για τα καλά και το κακό για τα άσχημα .Η σωκρατική ηθική είχε σκοπό και ήταν προσανατολισμένη μόνο στην παρούσα ζωή , το ζήτημα αν υπάρχει ζωή μετά θάνατον το άφηνε ανοικτό και ποτέ δεν επηρεάστηκε από την άρνηση ή παραδοχή του .Η διδασκαλία του χώρισε την ηθική από την θρησκεία και καθιέρωσε την αυτονομία της . Μέγιστο φρόνιμα του ήταν η αυτάρκεια , χωρίς όμως αυτός ο περιορισμός να έχει ασκητικό χαρακτήρα .Στην δίκη του δεν δίστασε να φωνάξει «Θα υπακούσω περισσότερο στους θεούς παρά σε εσάς» . 


Το τέλος στις Βάκχες του Ευριπίδη είναι αξιομνημόνευτο  «η εξυπνάδα δεν είναι σοφία (το σοφόν δ’ού σοφία)» . Ο Πενθεύς ο υπερασπιστής της ορθολογικής τάξεως βρίσκει αξιοθρήνητο τέλος όταν το παράλογο εξεγείρεται εναντίων του «διαφωτισμού» .
      edit

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου